- πυράκανθο
- (κράταιγος ή κοτονέαστρος ο πυράκανθος). Αειθαλής θάμνος της οικογένειας των ροδιδών (δικοτυλήδονα), αυτοφυής στη βόρεια Ελλάδα έως τον Όλυμπο. Είναι πυκνοκλαδής, ύψους 2-3 μ., με αραιά αγκάθια. Έχει φύλλα λεία, δερματώδη, στίλβοντα άνω, βραχύμισχα, λογχοειδή ή αντωνοειδή· άνθη λευκά ή ροδόλευκα κατά πολυανθή κόρυμβο, δίνουν μικρούς καρπούς, κόκκινους, που καλύπτουν ολόκληρο το φυτό.
Χάρη στα άφθονα λευκά άνθη του κατά την άνοιξη, που το κάνουν να φαίνεται σαν χιονισμένο, και το πλήθος των ζωηρόχρωμων καρπών του, που το καλύπτουν όλο τον χειμώνα, το π. έχει ιδιαίτερη αξία ως καλλωπιστικός θάμνος. Στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ γνωστό και διαδεδομένο. Στους κήπους φυτεύεται μοναχικό ή κατά μικρές ομάδες στους χλοοτάπητες ή ανάμεσα σε άλλους θάμνους. Είναι κατάλληλο για διαμόρφωση ζωντανού φράκτη ψαλιδιζόμενου ή ελεύθερου. Γίνεται σε όλα τα εδάφη και στις ηλιαζόμενες θέσεις. Πολλαπλασιάζεται κυρίως με μοσχεύματα.
Το πυράκανθο (κοτονέαστρο ο πυράκανθος) εντυπωσιάζει και την άνοιξη με τα λευκά άνθη του και το χειμώνα με τους ζωηρόχρωμους καρπούς του.
Dictionary of Greek. 2013.